Οι πρώτοι που αποίκησαν τη περιοχή κατά τους αρχαίους χρόνους, ήταν οι κάτοικοι της αρχαίας Ερέτριας. Οι Ερετριείς κατάγονταν από τη Θρακική Άβα, έτσι οι αρχαίοι Άβαντες ξαναγύρισαν σε γνωστή για αυτούς γη.
Κατά την αρχαιότητα, η περιοχή φέρει το όνομα Σκάβαλα και ήταν μια από της σημαντικότερες πόλεις της Ηδωνίδας, της πλούσιας επαρχίας του Παγγαίου. Τα Σκάβαλα αναφέρονται από τον Στέφανο Βυζάντιο στο βιβλίο του "Εθνικά". Συγκεκριμένα, ο ιστορικός αναφέρει: "Σκάβαλα, χώρα Ερετριέων. Θεόπομπος εικοστώ τετάρτω Φιλιππικών. το εθνικόν Σκαβαλαίος". Τα Σκάβαλα είνα καταγεγραμμένα επίσης, ως αρχαία πολίχνη σε πίνακα των συμμαχικών πόλεων των Αθηνών, κατά το 470 π.Χ. (για περισσότερες αναφορές στα Σκάβαλα βλεπ. ενότητα Σκαπτή Ύλη). Τα αρχαία Σκάβαλα πήραν το όνομα τους από τα σκάμματα, δηλαδή από τα μεταλλεία χρυσού, σιδήρου και αργύρου που υπήρχαν εκεί, ενώ σύμφωνα με μια άλλη ερμηνεία, το όνομά τους προέρχεται από μια ομώνυμη πόλη των Ερετριέων στην Εύβοια. Πολλά από τα μεταλλεία σώζονται έως σήμερα, όπως και επιφανειακά σκάμματα με υπολείμματα μεταλλευμάτων. Υπάρχουν επίσης σοβαρές ενδείξεις ότι εδώ βρισκόταν η Σκαπτή Ύλη, καθώς η ακριβής θέση των μεταλλείων της Σκαπτής Ύλης τοποθετείται στην περιοχή βόρεια της πόλης της Καβάλας και νότια της οροσειράς Λεκάνη (βλεπ. ενότητα Σκαπτή ύλη). Σύμφωνα δε με τον Καβαλιώτη ιστορικό Κώστα Ορφανίδη, είναι πολύ πιθανό να βρισκόταν εδώ τα γνωστά ορυχεία του Θουκυδίδη. Επίσης σύμφωνα με άλλους ιστορικούς, ένας από τους λόγους που χτίστηκε το αρχαίο Ακόντισμα, ήταν και η φύλαξη των μεταλλείων που υπήρχαν στα Σκάβαλα. Αυτό ίσως να συνδέεται ιστορικά, με την ύπαρξη ενός αρχαίου-Θρακικού τείχους που υπάρχει κοντά στο σημερινό χωριό. Παρατηρώντας κανείς αυτό το τείχος από αεροφωτογραφία, εύκολα διαπιστώνει ότι έχει πολυγωνικό σχήμα, με συμμετρικές διαστάσεις των πλευρών. Κοντά στο τείχος αυτό σώζονται έως σήμερα τα ερείπια δύο οικισμών, αλλά κι ένα ρωμαικό νεκροταφείο. Τα παραπάνω προδίδουν την εκμετάλλευση των μεταλλείων αυτών από τους Θρακικούς έως τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Συγκεκριμένα, από τους Θράκες, τους Θάσιους, τους Αθηναίους, τους Μακεδόνες και τους Ρωμαίους.